πρωτόζωα

πρωτόζωα
Μονοκύτταρα ζώα που αποτελούν ένα υποβασίλειο, σε αντίθεση με τα πολυκύτταρα ζώα, που υπάγονται στο υποβασίλειο των μεταζώων. Τα π. κατά το μεγαλύτερο μέρος είναι μικροσκοπικά, λίγα έχουν διαστάσεις μεγαλύτερες του χιλιοστού. Πολλά π. είναι παράσιτα ζώων ή φυτών· τα παράσιτα αυτά ζουν κυρίως στο εσωτερικό και όχι στην επιφάνεια του ξενιστή. Το κύτταρο αποτελείται από μια μάζα ζώσης ουσίας ή πρωτοπλάσματος, που συνίσταται από το κυτόπλασμα και τον πυρήνα· στο κυτόπλασμα διακρίνονται ένα υαλώδες επιφανειακό στρώμα, που ονομάζεται εκτόπλασμα ή υαλόπλασμα (και έχει κυρίως λειτουργίες σχέσης: ευαισθησία και κίνηση), και ένα στρώμα βαθύ, κοκκώδες, που περιέχει κενοτόπια και λέγεται ενδόπλασμα, έχει δε φυτικές λειτουργίες, όπως η τροφή και η αναπνοή. Το κύτταρο μπορεί να είναι γυμνό ή καλυμένο με μεμβράνη, ποικίλου πάχους και ισχυρή, ελαστική γενικά, αλλά μερικές φορές σκληρυμένη από μεταλλικές, ασβεστώδεις ή πυριτικές αποθέσεις· η μεμβράνη, εκτός του ότι προστατεύει το κύτταρο, εκτελεί και άλλη σπουδαία λειτουργία· επιτρέπει τις ανταλλαγές με το εξωτερικό περιβάλλον. Μερικά π., κυρίως αν η μεμβράνη τους δεν είναι ανθεκτική, είναι προικισμένα με εσωτερικό σκελετό, όπως στα ακτινόζωα, ή εξωτερικό, σε σχήμα οστράκου όπως στα τρηματοφόρα· ο σκελετός αυτός μπορεί να αποτελείται από χιτίνη ή από ανόργανες ουσίες, όπως το πυρίτιο ή το ασβέστιο. Για την κίνησή τους τα π. χρησιμοποιούν ψευδοπόδια, βλεφαρίδες ή μαστίγια. Τα πρώτα είναι τυπικά των σαρκόζωων –π. των οποίων η μεμβράνη δεν είναι σκληρή– που χρησιμοποιούν τις αποφύσεις αυτές όχι μόνο για να μετατοπίζονται, αλλά και για να συλλαμβάνουν τα μικρά μόρια με τα οποία τρέφονται· τα ψευδοπόδια αυτά είναι προσωρινές επεκτάσεις του κυτοπλάσματος, με ποικίλη και μεταβλητή μορφή, που μπορούν να είναι λοβώδη, όπως στις αμοιβάδες, νηματοειδή ή διακλαδισμένα. Τα μαστίγια και οι βλεφαρίδες αντίθετα είναι μόνιμα και διατηρούν αμετάβλητες τη μορφή και τη θέση· ενώ τα μαστίγια είναι συνήθως λίγα, μακριά και σχετικά ισχυρά, οι βλεφαρίδες είναι πολυάριθμες, κοντές και λεπτές. Μερικές φορές, για παράδειγμα, στα τρυπανοσώματα, τα μαστίγια συνδέονται με την κυτοπλασματική μάζα με έναν υμένα, που αποτελεί έτσι μια μικρή κυματοειδή μεμβράνη. Βλεφαρίδες και μαστίγια, όταν κινούνται, προκαλούν με αντίδραση τη μετατόπιση των π. στο υγρό περιβάλλον στο οποίο ζουν τα ζώα αυτά, γενικά απομονωμένα, και σπανιότερα σε αποικίες. Οι μετακινήσεις των π. διά των ψευδοποδίων, των μαστιγίων και των βλεφαρίδων δεν είναι εκούσιες· γίνονται ως αντίδραση σε ερεθισμούς που προκαλούνται από αιτίες του περιβάλλοντος, όπως το φως, η θερμότητα ή χημικοί παράγοντες. Ανάλογα με τις τάξεις και μερικές φορές ανάλογα με τα είδη, τα π. τρέφονται κατά διαφορετικό τρόπο· οι τροφές, διαλυμένες στο υγρό περιβάλλον, απορροφώνται μέσω της ώσμωσης διά της επιφάνειας του σώματος, ενώ οι στερεές λαμβάνονται με το στόμα από τα π. που είναι εφοδιασμένα με τέτοιο (π.χ. τα βλεφαριδωτά), ή ενσωματώνονται (φαγοκύτωση) από οποιαδήποτε ζώνη του κυττάρου, όπως συμβαίνει στις αμοιβάδες. Γενικά το στόμα ή κυτόστομα και ο κυτοφάρυγγας είναι προικισμένα με πολυάριθμες βλεφαρίδες, που με τις κινήσεις τους προκαλούν την πέψη. Τα μόρια της τροφής μπαίνουν σε κυτταρικές κοιλότητες, που ονομάζονται τροφικά κενοτόπια, όπου γίνεται η πέψη, η οποία ακολουθείται από αφομοίωση εκ μέρους του κυτοπλάσματος· τα άχρηστα υλικά απορρίπτονται ή εξαφανίζονται, από συσταλτά κενοτόπια αν είναι υγρά, ή μέσω της μεμβράνης αν είναι αεριώδη. Ο πυρήνας, ζωτικό κέντρο του κυττάρου, μπορεί να είναι μονός ή πολλαπλός, ογκώδης ή κυστοειδής· αυτός ρυθμίζει τις λειτουργίες της αναπαραγωγής, η οποία πραγματοποιείται κατά διάφορους τρόπους. Πολλά π. αναπαράγονται με άνιση διαίρεση του κυττάρου, δηλαδή με εκβλάστηση, ή με ίση διαίρεση, δηλαδή με σχάση, διαμήκη ή εγκάρσια. Σε μερικά π. γίνεται πολλαπλή σχάση του πυρήνα, που λέγεται σπορογονία, η οποία είναι τυπική στα σπορόζωα. Σπανιότερα η αναπαραγωγή είναι γαμική (σύζευξη) και τότε εναλλάσσεται με την αγαμική. Συνήθως η ζωή των π. είναι συντομότατη και συχνά περιορίζεται σε λίγες ώρες. Τα π., από τα οποία είναι γνωστά περισσότερα από 20.000 είδη, υποδιαιρούνται σε 2 υποτύπους· τα πλασμόδρομα ή κυτόμορφα και τα βλεφαριδοφόρα. Τα πλασμόδρομα περιλαμβάνουν 3 ομοταξίες· τα σαρκόζωα ή ριζόποδα, τα μαστιγοφόρα ή μαστιγωτά και τα σπορόζωα, που στο παρελθόν υποδιαιρούνταν στα τελοσπορίδια και στα κνιδοσπορίδια. Τα βλεφαριδοφόρα περιλαμβάνουν τις 2 ομοταξίες των βλεφαριδωτών, που άλλοτε ονομάζονταν εγχυματοειδή, και των ακινήτων. Τα σαρκόζωα υποδιαιρούνται σε 7 τάξεις, από τις οποίες αναφέρουμε –εκτός από τα τρηματοφόρα και τα ακτινόζωα, που αναφέρθηκαν ήδη– τις αμοιβίνες, στις οποίες ανήκουν οι αμοιβάδες, τα οστρακόδερμα (που άλλοτε αποτελούσαν με τις αμοιβίνες την τάξη των λοβωδών) και τα ηλιόζωα· τα τελευταία ζουν κυρίως στα γλυκά νερά, έχουν σφαιρικό περίπου σχήμα και παρουσιάζουν ψευδοπόδια, που λέγονται αξονοπόδια, τα οποία χαρακτηρίζονται από την ακτινωτή διάταξη και από την παρουσία ενός άκαμπτου άξονα, που τα συγκρατεί. Τα ακίνητα, που αποτελούν μια από τις δύο ομοταξίες των βλεφαριδοφόρων, ζουν κατά το μεγαλύτερο μέρος σε υδρόβια φυτά, στα οποία στερεώνονται με έναν ποδίσκο· στο ακμαίο στάδιο αντί της βλεφαρίδας έχουν διάφορους μικρούς κοίλους πλοκάμους, με τους οποίους εισπνέουν το πρωτόπλασμα των π. στα οποία παρασιτούν.
* * *
τα, Ν
ζωολ. υποβασίλειο ή, κατ' άλλους, φύλο μικροσκοπικών μονοκύτταρων οργανισμών, που ως προς τον αριθμό ατόμων αμιλλώνται με τα βακτήρια και είναι σχεδόν πανταχού παρόντα, οπουδήποτε υπάρχει αρκετή υγρασία, για να υποστηρίξει την ενεργό ζωή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. protozoa (< πρωτ[ο]-* + ζώο). Η λ. μαρτυρείται από το 1845 στον Ηρ. Μητσόπουλο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αιμοσπορίδια — Πρωτόζωα που ανήκουν στην οικογένεια των σποροζώων. Αποτελούνται μόνον από πρωτόπλασμα, που είναι ουσία λευκωματώδης και εμφανίζει όλες τις λειτουργίες της ζωής (θρέψη, πολλαπλασιασμό κλπ.). Τα α. είναι ορατά μόνο με το μικροσκόπιο και μοιάζουν,… …   Dictionary of Greek

  • εχίνωμα — Πρωτόζωα, που συγκαταλέγονται στα ακτινόζωα. Είναι μικροσκοπικά ζώα, με σφαιρικό σώμα, από το οποίο φυτρώνουν πλήθος αποφύσεις σε ακτινωτή μορφή, διαφορετικού μήκους. Ζουν στον Ατλαντικό και στον Ειρηνικό ωκεανό …   Dictionary of Greek

  • ζωομαστιγοφόρα — Πρωτόζωα μαστιγοφόρα. Πρόκειται για οργανισμούς που δεν έχουν χρωματοφόρα. Στερούνται επίσης αμύλου ή αμυζωότων ουσιών. Τα ζ. φέρουν συνήθως περισσότερα από δύο μαστίγια. Αρκετά ζ. είναι παράσιτα του αίματος των σπονδυλοζώων. Φορείς τους είναι… …   Dictionary of Greek

  • βιολογία — Επιστήμη που ερευνά τους γενικούς νόμους που διέπουν τη ζωή. Ο όρος χρησιμοποιείται άλλοτε με την έννοια της επιστήμης που ερευνά τις σχέσεις μεταξύ των ζωντανών οργανισμών και του περιβάλλοντός τους και άλλοτε με την έννοια της επιστήμης που… …   Dictionary of Greek

  • κύτταρο — Η μικρότερη οργανωμένη μονάδα ζωής, η οποία είναι ικανή να ζήσει και να αναπαραχθεί από μόνη της. Όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί, από τα βακτήρια μέχρι τα πιο πολύπλοκα φυτά και ζώα, αποτελούνται από κ.· τα βακτήρια, τα πρωτόζωα, ορισμένοι μύκητες… …   Dictionary of Greek

  • έντερο — Το τμήμα του πεπτικού σωλήνα που περιλαμβάνεται μεταξύ του στομάχου και του δακτυλίου του πρωκτού. Διακρίνεται σε λεπτό έ., που αρχίζει από τον πυλωρικό σφιγκτήρα και απολήγει στην ειλεοτυλφική βαλβίδα, το οποίο είναι υπεύθυνο για το μεγαλύτερο… …   Dictionary of Greek

  • αναπαραγωγή — Χαρακτηριστική λειτουργία όλων των ζωντανών συστημάτων, που έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση, συνέχιση και εξέλιξη του φαινομένου της ζωής σε νέους οργανισμούς, με τελικό επακόλουθο τη διατήρηση και διαιώνιση του είδους τους. Η α. είναι απόλυτα… …   Dictionary of Greek

  • αναπνοή — Γενική βιολογική διαδικασία με την οποία οι ζώντες οργανισμοί παίρνουν από το περιβάλλον οξυγόνο και αποδίδουν διοξείδιο του άνθρακα. Το οξυγόνο είναι απαραίτητο στις οξειδωτικές εξεργασίες που βρίσκονται στη βάση όλων των εκδηλώσεων της ζωής,… …   Dictionary of Greek

  • ζωολογία — Κλάδος της βιολογίας που μελετά τα ζώα, είτε στις διάφορες μορφές και εκδηλώσεις τους είτε στις αμοιβαίες σχέσεις με τα όμοιά τους και με το περιβάλλον. Όπως προκύπτει από τον τόσο ευρύ ορισμό, η ζ. περιλαμβάνει διάφορους κλάδους. Με τις μορφές… …   Dictionary of Greek

  • ηλιόζωα — (heliozoa). Ριζόποδα ή σαρκόζωα πρωτόζωα με ακτινωτή συμμετρία, σφαιρική ή ωοειδή, που ζουν κυρίως στα γλυκά νερά. Το κυτταρόπλασμά τους διακρίνεται σε ενδόπλασμα και εξώπλασμα. Τo πρώτο έχει έναν ή περισσότερους πυρήνες και το δεύτερο πολλά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”